- βάζ'
- βάζε , βάζωspeakpres imperat act 2nd sgβάζε , βάζωspeakimperf ind act 3rd sg (homeric ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Καμόενς, Λουίς Βαζ ντε- — (Luis Vaz de Camoês Camoëns, Λισαβόνα 1524; – 1580). Πορτογάλος ποιητής. Θεωρείται ο μεγαλύτερος εκπρόσωπος των λουζιτανικών γραμμάτων και, υπό αυτή την έννοια, ο εθνικός ποιητής της Πορτογαλίας. Οι βιογραφικές πληροφορίες για τον Κ. δεν είναι… … Dictionary of Greek
Αμερική — I (America) Μία από τις πέντε ηπείρους του πλανήτη μας· γεωγραφικά χωρίζεται σε τρία τμήματα, τη Βόρεια Α., την Κεντρική Α. (μαζί με τα νησιά της Καραϊβικής θάλασσας) και τη Νότια ή Λατινική Α. Πολιτικά, τα τελευταία χρόνια έχει επικρατήσει η… … Dictionary of Greek
Ερρίκος ο θαλασσοπόρος — (Henrique Navegabor, Πόρτο 1394 – Σάγκρες 1460). Ινφάντης της Πορτογαλίας. Γιος του βασιλιά Ιωάννη A’, ήταν ο εμψυχωτής των μεγάλων γεωγραφικών εξερευνήσεων που επιχείρησαν οι Πορτογάλοι τον 15o αι. Σε ηλικία 21 ετών είχε λάβει μέρος σε μια… … Dictionary of Greek